Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἡ ἐν τῷ ὑγρῷ π

См. также в других словарях:

  • ὑγρῶ — ὑγράζω to be wet fut ind act 1st sg (attic epic ionic) ὑγρός wet masc/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑγρῷ — ὑγράζω to be wet fut opt act 3rd sg ὑγρός wet masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑγρῶι — ὑγρῷ , ὑγράζω to be wet fut opt act 3rd sg ὑγρῷ , ὑγρός wet masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • VELUM — I. VELUM an ex volare, an ex vellere, an ex verbo velare? dictum, multiplicem in vita usum habet. Deorum sane simulacra antiquitus obiectô velô abdebantur. Appuleius, l. 11. Metam. Ac dum, Velis candentibus reductis in diversum, Deae venerabilem… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πύρωση — η / πύρωσις, ώσεως, ΝΑ 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού πυρώνω, η πυράκτωση 2. ιατρ. αίσθημα καύσου στο επιγάστριο, το οποίο ανεβαίνει στον οισοφάγο και συνοδεύεται από ερυγές και αναγωγή όξινου υγρού, κν. καούρα («στομάχου πύρωσις», Διοσκ.)… …   Dictionary of Greek

  • πορσελάνη — Σκληρότατο προϊόν της κεραμικής (η π. δεν χαράσσεται από χαλύβδινη αιχμή), αδιαπέραστο από το νερό, λευκό, ικανό ν’ αντισταθεί σε όλα τα χημικά αντιδραστήρια, εκτός από τα καυστικά αλκάλια και το υδροφθορικό οξύ. Η π. διακρίνεται σε σκληρή και σε …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»